Κατάλογος ελέγχου για το Σύστημα Διαχείρισης Ασφάλειας εγκαταστάσεων ανώτερης βαθμίδας
Η οργανωτική δομή θα πρέπει να αντιστοιχεί στις βασικές λειτουργίες της πολιτικής ασφάλειας, όπως η απόδοση ρόλων και ευθυνών, ο έλεγχος εφαρμογής των επί μέρους πολιτικών, ο προσδιορισμός των αναγκών εκπαίδευσης, η ανάπτυξη μηχανισμών επικοινωνίας μεταξύ των υπηρεσιών, κ.ά. Στο σχεδιασμό των δομών είναι κρίσιμος ο ρόλος των θεσμών που προβλέπονται από το Ν. 3850/2010 (Τεχνικός Ασφάλειας και Ιατρός Εργασίας εάν υπάρχει).
Η διαθεσιμότητα πόρων σε ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό θα πρέπει να αποδεικνύεται με συγκεκριμένες αναφορές σε επί μέρους θέματα και να μην περιορίζεται μόνο στη δήλωση που περιλαμβάνεται στην ΠΠΜΑ (π.χ. επάρκεια προσωπικού, επάρκεια εξοπλισμού καταστολής και Μέσων Ατομικής Προστασίας, μέσων επικοινωνίας, συνεργασίες με εξωτερικούς εκπαιδευτές ή επιθεωρητές, κ.ά.).
Σε περίπτωση που η επιχείρηση αναθέτει κάποια τμήματα του ΣΔΑ σε εξωτερικούς συνεργάτες, ο έλεγχος της εφαρμογής τους θα πρέπει να γίνεται με ακόμα μεγαλύτερη προσοχή. Επισημαίνεται πάντως ότι η ανάθεση κάποιας λειτουργίας σε εξωτερικούς συνεργάτες θα πρέπει να γίνεται αφού πρώτα εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες της εφαρμογής της με ίδια μέσα.
Η περιγραφή αρμοδιοτήτων πρέπει να είναι αναλυτική ώστε να μην υπάρχουν κενά ή αντικρουόμενες αρμοδιότητες. Επίσης, θα πρέπει να προσδιορίζεται με ακρίβεια η στελέχωση των οργανωτικών δομών, είτε με ονομαστική αναφορά, είτε με αναφορά θέσης/ιδιότητας του εμπλεκόμενου προσωπικού.
Ο έλεγχος της εφαρμογής των διαδικασιών ασφάλειας αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο στην πρόληψη ατυχημάτων και τη μείωση των συνεπειών εφόσον εκδηλωθούν. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να είναι πλήρως προσδιορισμένες οι αρμοδιότητες των υπευθύνων ελέγχου, ώστε ο έλεγχος να γίνεται σε όλα τα επίπεδα και σε όλες τις φάσεις λειτουργίας της εγκατάστασης.
Πολλά ατυχήματα οφείλονται στην έλλειψη πληροφόρησης και ενημέρωσης μεταξύ τμημάτων και ομάδων της εγκατάστασης.
Θα πρέπει να περιλαμβάνεται σαφής αναφορά ότι υπάρχει πλαίσιο για συμμετοχή των εργαζομένων και διαβούλευση σχετικά με τα θέματα ασφάλειας και να εξασφαλίζεται ότι λαμβάνονται υπόψη οι προτάσεις των εργαζομένων (μέσω των ιδίων ή των εκπροσώπων τους). Οι εργαζόμενοι μπορούν να συμμετέχουν στα θέματα υγείας και ασφάλειας μέσω της Επιτροπής ή του Αντιπροσώπου υγείας και Ασφάλειας της Εργασίας που προβλέπονται από το Ν. 3850/2010.
Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να ενθαρρύνονται να διατυπώνουν απόψεις και προτάσεις για όλα τα θέματα ασφάλειας, ώστε να δημιουργηθεί ασφαλές πλαίσιο λειτουργίας. Επίσης, οι συνεντεύξεις με εργαζόμενους είναι χρήσιμες για την επιβεβαίωση ότι οι διαδικασίες έχουν γίνει κατανοητές και ακολουθούνται.
Το προσωπικό που έχει την ευθύνη της πυρασφάλειας θα πρέπει να είναι μόνιμο, να διαθέτει ανάλογη ικανότητα και εμπειρία και να εκπαιδεύεται κατά προτεραιότητα. Στην περίπτωση εγκαταστάσεων με μικρό αριθμό εργαζομένων, θα πρέπει να λαμβάνονται πρόσθετα οργανωτικά μέτρα, όπως η παροχή πρόσθετης εκπαίδευσης και η συχνή διεξαγωγή ασκήσεων.
Στα κριτήρια επιλογής θα πρέπει να περιλαμβάνονται η ικανότητα εργασίας σε συνθήκες επικίνδυνων καταστάσεων, η εξειδίκευση, η εκπαίδευση και η ύπαρξη τυχόν πιστοποιήσεων.
Οι ανάγκες εκπαίδευσης πρέπει να αξιολογούνται λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία από την εφαρμογή των διαδικασιών ασφάλειας. Σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαία η συμμετοχή των εργαζομένων στον προσδιορισμό των εκπαιδευτικών αναγκών. Για την πραγματοποίηση της εκπαίδευσης είναι χρήσιμο να χρησιμοποιούνται και εξωτερικοί εκπαιδευτές.
Η παροχή εκπαίδευσης πρέπει να είναι μια συνεχής διαδικασία και να παρέχεται ανά τακτά διαστήματα ή εκτάκτως σε νεοπροσληφθέντες ή εποχικούς εργαζόμενους και όταν υπάρχουν αλλαγές στον εξοπλισμό, την οργανωτική δομή και το νομοθετικό πλαίσιο.
Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι το προσωπικό των εργολάβων, πέραν της γενικής κατάρτισης, δεν έχει εκπαιδευτεί στους ειδικούς κινδύνους και συνθήκες κάθε εγκατάστασης.
Η εκπαίδευση πρέπει να αξιολογείται από τους υπεύθυνους, από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, αλλά και από τους εργαζόμενους. Η αξιολόγηση αφορά το σύνολο των σχετικών πλευρών (θεματολογία, μέθοδος εκπαίδευσης, υλοποίηση, αποτελεσματικότητα εκπαίδευσης κ.λπ.).
Στα θέματα εκπαίδευσης θα πρέπει να περιλαμβάνονται κατ’ ελάχιστον οι ενότητες:
- αναγνώριση κινδύνων που μπορούν να οδηγήσουν σε Β.Α.Μ.Ε.
- διαδικασίες λειτουργίας και ασφάλειας
- κανονισμοί ασφάλειας και Δελτία Δεδομένων Ασφάλειας (SDS)
- διαδικασίες ειδικών εργασιών που απαιτούν άδεια
- χρήση Μέσων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ)
- δείκτες αξιολόγησης της απόδοσης των μέτρων ασφάλειας
- Εσωτερικό Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης (ΕΣΕΑ)
- Σχέδιο Εκκένωσης της εγκατάστασης
- παροχή πρώτων βοηθειών
- διδάγματα τύπου «Lessons learned» από ατυχήματα και παρ’ ολίγον ατυχήματα που δυνητικά οδηγούν σε Β.Α.Μ.Ε.
Οδηγίες : | Η αναγνώριση κινδύνων αφορά σε κανονική λειτουργία, σε περίοδο συντήρησης ή σε έκτακτη ανάγκη. Η χρήση ΜΑΠ θα πρέπει να αφορά στα ΜΑΠ που απαιτούνται για την αντιμετώπιση συμβάντων που μπορεί να οδηγήσουν σε Β.Α.Μ.Ε. |
---|
Τα σχετικά ζητήματα εξετάζονται αναλυτικά στο πλαίσιο του προσδιορισμού και ανάλυσης της επικινδυνότητας της Μελέτης Ασφάλειας.
Η εκτίμηση των κινδύνων θα πρέπει να περιλαμβάνει, πέραν των σεναρίων ατυχημάτων μεγάλης έκτασης που απαιτούνται για την εκτίμηση επιπτώσεων εκτός της εγκατάστασης, αναφορά και σε σενάρια ατυχημάτων μικρότερης έκτασης που μπορεί να προκαλέσουν επιπτώσεις στους εργαζόμενους της εγκατάστασης.
Οι γραπτές διαδικασίες θα πρέπει να καλύπτουν όλα τα σημαντικά θέματα ασφάλειας.
Οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να καλύπτουν όλες τις φάσεις όπως: δοκιμαστική λειτουργία, εκκίνηση και κανονική περιοδική διακοπή λειτουργίας, όλες τις φάσεις της κανονικής λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένης της δοκιμής, της συντήρησης και της επιθεώρησης, ανίχνευση και απόκριση σε αποκλίσεις από τις κανονικές συνθήκες λειτουργίας, προσωρινές ή ειδικές λειτουργίες, λειτουργία υπό συνθήκες συντήρησης, επεμβάσεις έκτακτης ανάγκης, οριστική θέση εκτός λειτουργίας. Οι διαδικασίες θα πρέπει επίσης να υπόκεινται σε περιοδική επανεξέταση τόσο για να διασφαλιστεί ότι είναι ενημερωμένες και ακριβείς, όσο και για να διασφαλιστεί ότι τηρούνται στην πράξη.
Για εργασίες που είτε λόγω νομοθετικών απαιτήσεων, είτε ως εφαρμογή καλής πρακτικής εφαρμόζεται η πρακτική των «αδειών εργασίας» (π.χ. άδειες θερμής, ψυχρής εργασίας, εργασία σε «κλειστό-περιορισμένο» χώρο, εργασία συντήρησης κ.ά.), θα πρέπει να υπάρχουν και να τηρούνται γραπτές διαδικασίες ασφάλειας.
Η συστηματική καταγραφή και ανάλυση των παρ’ ολίγον ατυχημάτων θέτει τις βάσεις για την οικοδόμηση συστήματος ασφάλειας προσαρμοσμένου στις συνθήκες της εγκατάστασης.
Οι εσωτερικές επιθεωρήσεις ασφάλειας θα πρέπει να γίνονται από ανεξάρτητα από την παραγωγή τμήματα ή από εξωτερικούς επιθεωρητές.
Οι λίστες ελέγχου είναι ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο ελέγχου και εμπλουτίζονται με την ενσωμάτωση της εμπειρίας.
Οι αλλαγές στον εξοπλισμό ή την οργάνωση θεωρείται ότι αποτελούν από τις πιο συχνές αιτίες ατυχημάτων. Συχνά μάλιστα κάποιο ατύχημα μπορεί να οφείλεται σε αλλαγή που έγινε στο παρελθόν, αλλά δεν κοινοποιήθηκε και δεν καταγράφηκε. Εξετάζονται όλες οι αλλαγές που αφορούν σε οργάνωση, διεργασίες, υλικά, εξοπλισμό, λογισμικό, σχεδιασμό ή εξωτερικές συνθήκες που είναι ικανές να προκαλέσουν Β.Α.Μ.Ε.
Για την εκτίμηση κινδύνου ακολουθείται η ίδια διαδικασία που εφαρμόστηκε για την εκτίμηση επικινδυνότητας της εγκατάστασης σύμφωνα με την ΚΥΑ 172058/2016.
Πέρα από το σχεδιασμό, έχει ιδιαίτερη σημασία ο έλεγχος και η παρακολούθηση σε όλα τα στάδια των εργασιών, με τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων και τη γνωστοποίηση των σχετικών διαδικασιών σε όλο το προσωπικό.
Οδηγίες για την εκπόνηση του Εσωτερικού Σχέδιου Έκτακτης Ανάγκης (ΕΣΕΑ) περιλαμβάνονται στο σχετικό κατάλογο ελέγχου.
Βλ. επίσης Β.Α.Μ.Ε. Ειδικά θέματα: Σχέδιο Εκκένωσης
Η παρακολούθηση επιδόσεων είναι μια συνεχής διαδικασία και περιλαμβάνει όλα τα επίπεδα πολιτικής ασφάλειας.
Η ασφάλεια πρέπει να αποτελεί θέμα σε όλα τα επίπεδα και όχι μόνο στις δομές που επιλαμβάνονται της ασφάλειας.
Οι δείκτες θα πρέπει να προσαρμόζονται στα δεδομένα κάθε εγκατάστασης και θα πρέπει να διασφαλίζεται η βελτίωσή τους.
Οι υπεύθυνοι θα πρέπει να είναι πάντα ενήμεροι για τα προβλήματα σε παρόμοιες εγκαταστάσεις και τις νέες τεχνικές γνώσεις αντιμετώπισης (π.χ. συστήματα για την υπερχείλιση δεξαμενών που επικράτησαν μετά το ατύχημα στο Buncefield στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2005).
Το ΣΔΑ πρέπει να αξιολογείται σε τακτά χρονικά διαστήματα και να αναθεωρείται ανάλογα.
Θα πρέπει να προσδιορίζεται πολιτική ελέγχων. Οι έλεγχοι και οι επιθεωρήσεις πρέπει να γίνονται από ανεξάρτητο τμήμα/ομάδα σε σχέση με τη δομή που ευθύνεται για την οργάνωση της παραγωγής.